Αψηφά τους νόμους της φυσικής

Αγία Θεοδώρα, στην Αρκαδία από το 12ο μ. Χ αιώνα

Ο Ναός της Αγίας Θεοδώρας βρίσκεται κοντά στο χωριό Βάστας στην Αρκαδία σε μια κατάφυτη ρεματιά με πυκνό δάσος και χαρακτηρίζεται ως θαύμα της φύσης καθώς πάνω του βρίσκονται 17 βελανιδιές, οι ρίζες των οποίων δεν φαίνονται, ενώ από τα θεμέλιά του αναβλύζουν νερά.

Δεν είναι καθόλου τυχαίο που λέγεται ότι αψηφά τους νόμους της φυσικής μιας και οι κορμοί και τα κλαδιά δεκαεπτά δέντρων περνούν μέσα από τη σκεπή και τους τοίχους χωρίς να έχει υποστεί ζημιές το εκκλησάκι. Ένας μικρός ναός ο οποίος ανεγέρθηκε τον 12 αιώνα μ.Χ. προς τιμή της Αγίας Θεοδώρας που εκτελέστηκε στην περιοχή. Έχει μόλις τέσσερα μέτρα πλάτος και πέντε μέτρα μήκος και προσελκύει κάθε χρόνο χιλιάδες προσκυνητές και επισκέπτες και εορτάζει στις 11 Σεπτεμβρίου.

Σύμφωνα με μια θεωρία εικάζεται ότι η Αγία Θεοδώρα ήταν η Αυγούστα Θεοδώρα κόρη του Αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Η΄ της Μακεδονικής Δυναστείας, που λέγεται πως βασίλεψε σαν άνδρας από το 1055 μέχρι το 1056. Η Αυγούστα Θεοδώρα κατά τους ισχυρισμούς του Μιχαήλ ΣΤ΄ του Στρατιωτικού που την διαδέχθηκε με κίνημα αρρώστησε βαριά και πέθανε, ενώ κατ’ άλλους εικάζεται ότι ο ίδιος την δολοφόνησε και την έθαψε εδώ. Σύμφωνα πάντως με την παράδοση, η Αγία Θεοδώρα, για να καλύψει τις υποχρεώσεις της οικογενείας της, μεταμφιέστηκε σε άνδρα και κατατάχτηκε στο στρατό του Βυζαντίου σαν «καπετάν Θοδωρής». Εκεί, κατόπιν σκευωρίας, κατηγορήθηκε άδικα για πράξεις άνομες και θανατώθηκε στο σημείο αυτό. Μαρτύρησε για την πίστη της και εκτελέστηκε στο σημείο αυτό από τους διώκτες της. Λίγο πριν εκτελεστεί, προσευχήθηκε: «Κάνε Κύριε το σώμα μου Ναό, τα μαλλιά μου δέντρα που να μαρτυρούν την προστασία σου στην αγνότητά μου και το αίμα μου νερό να τα ποτίζει. Αμήν». Έτσι και έγινε, μετά το θάνατό της φύτρωσαν τα δεκαεπτά αυτά δένδρα, όσα και τα χρόνια της, που αντέχουν σε κάθε άνεμο.

Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Πατρών

Πολλές ιστορίες έχουν δει το φως της δημοσιότητας για τη μικρή εκκλησία της Αγίας Θεοδώρας ιδιαίτερης θρησκευτικής σημασίας, σχετικά κυρίως με τη δημιουργία της. Το κτίσμα που επισκέπτονται πολλοί πιστοί κάθε χρόνο, είναι της Βυζαντινής εποχής και, εκτός από τη δικαιοδοσία της Εκκλησίας, υπάγεται στο Υπουργείο Πολιτισμού, ως Βυζαντινό Μνημείο.

Το 1996 το εργαστήριο Γεωφυσικής του Πανεπιστημίου της Πάτρας κλήθηκε από τη Διεύθυνση Αναστηλώσεων Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων να μελετήσει το διατηρητέο κτίσμα ώστε να προβεί στη συνέχεια η Διεύθυνση στην αποκατάστασή του. ………

Το πρόβλημα ήταν άμεσα συνδεδεμένο με το “θαύμα” που συμβαίνει εκεί και το μύθο που είναι διαδεδομένος γύρω από τη δημιουργία της μικρής εκκλησίας με τα δεκαεπτά μεγάλα δένδρα και αρκετά μικρότερα που έχουν φυτρώσει στη στέγη του κτιρίου.

Οι ρίζες τους δεν είναι ορατές κάτω από τη λίγων εκατοστών στέγη, ούτε στο εσωτερικό ή στο εξωτερικό της εκκλησίας. Το όλο κτήριο είναι φυσικά υπό πίεση λόγω αυτού του μεγάλου φορτίου και έχουν γίνει πολλές επεμβάσεις ανακατασκευής κατά τη διάρκεια της ζωής του. Αυτές οι μη επαγελματικές επεμβάσεις είχαν ως αποτέλεσμα την καταστροφή της αρχιτεκτονικής του. Το πρόβλημα που έπρεπε να επιλυθεί σχετικά με τα δένδρα στη στέγη ήταν να εξακριβωθεί πού κατευθύνονται οι ρίζες τους, χωρίς να προκληθεί το θρησκευτικό αίσθημα των ανθρώπων της εκκλησίας και των κληρικών, που ήταν άγρυπνοι φρουροί σε όλη την έρευνα.

Μετά από μία επιτόπου εκτίμηση της κατάστασης αποφασίστηκε ότι γεωραντάρ υψηλής συχνότητας θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί στους τοίχους του κτηρίου μαζί με ηλεκτρική τομογραφία με πολύ μικρά ηλεκτρόδια, έτσι ώστε να υπάρξει διπλός έλεγχος της μεθοδολογίας. Τα αποτελέσματα της έρευνας αυτής έχυσαν άπλετο φως στο μυστήριο και έδωσαν στη Δ/νση Αναστηλώσεων Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων όλες τις αναγκαίες απαντήσεις για να προχωρήσει με ασφάλεια στην αποκατάσταση της Εκκλησίας της Αγίας Θεοδώρας.

Αποδείχθηκε ότι οι ρίζες ακολουθούν τα διάκενα που υπάρχουν μέσα στους πλευρικούς τοίχους πλάτους σχεδόν ένα μέτρο δημιουργώντας απωθητικές τάσεις μεταξύ των λίθων και έτσι καταλήγουν στο έδαφος. Αυτό οδηγεί στη δημιουργία ενός δικτύου ριζών που ενισχύει το κτίσμα από στατική άποψη αντιτιθέμενο στο φορτίο της στέγης, αλλά καταστρέφοντας συγχρόνως τους πέτρινους τοίχους. Αποδείχθηκε επίσης ότι ο νότιος τοίχος είναι σχεδόν ανέπαφος ενώ φαίνεται να υπάρχει ένα συγκεκριμένο κενό στον βόρειο.

Οι τελευταίες εργασίες αποκατάστασης έλαβαν χώρα μεταξύ 1998 και 1999. Για την προστασία των τοιχογραφιών από την υγρασία καθαρίστηκε η οροφή από τα στρώματα χώματος και φύλλων που υπήρχε και τοποθετήθηκε ασφαλτόπανο με κολάρο γύρω από κάθε δέντρο, πολύ προσεχτικά για να μην τραυματίσουν τις ρίζες, ώστε να περιοριστεί στο ελάχιστο η υγρασία που περνάει κάτω από αυτά και τέλος, τοποθετήθηκε σκεπή από σχιστόπλακες.